Υπουργείο Εσωτερικών Μετάβαση στο περιεχόμενο
Κυπριακή Δημοκρατία Υπουργείο Εσωτερικών
30/01/2023

Ο Υπουργός Εσωτερικών απάντησε σε ερωτήσεις δημοσιογράφων μετά το πέρας της παρουσίασης του απολογισμού του έργου του Υπουργείου Εσωτερικών





30-01-2023 16:05

Ο Υπουργός Εσωτερικών κ. Νίκος Νουρής προέβη σήμερα, στο Προεδρικό Μέγαρο, σε απολογισμό του έργου του Υπουργείου Εσωτερικών για την πενταετία (2018-2023) της Διακυβέρνησης του Νίκου Αναστασιάδη.Ακολούθως απάντησε σε ερωτήσεις δημοσιογράφων.

Ο Υπουργός ερωτήθηκε αρχικά για την κριτική που ασκείται από τον υποψήφιο για τη θέση του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, κ. Ανδρέα Μαυρογιάννη στομεταναστευτικό, ο οποίος αναφέρεται σε ανεπάρκεια και πρόχειρη διαχείρισή του, με μια παρακαταθήκη πέραν των 33.000 εκκρεμούντων αιτήσεων ασύλου για την επόμενη Κυβέρνηση.

Ο Υπουργός απάντησε ότι «είναι γνωστές οι θέσεις όλων στο μεταναστευτικό» και συνέχισε: «Οι συγκεκριμένες τοποθετήσεις και η απόδοση στην Κυβέρνηση ότι ήταν ανεπαρκής στη διαχείριση του μεταναστευτικού, απαντώνται από μία και μόνο διαφάνεια και την οποία έχουμε παραθέσει με όλες μας τις δράσεις σε όλο αυτό το διάστημα». Πρόσθεσε ότι «αυτό το οποίο παραγνωρίζει ο κ. Μαυρογιάννης είναι ότι η περίοδος στην οποία κάνει τη συγκεκριμένη αναφορά, οι ροές των μεταναστών προς την Κυπριακή Δημοκρατία, κυμαίνονταν από 500-1.200 τον χρόνο. Οι ροές που σήμερα φτάνουν στην Κυπριακή Δημοκρατία δυστυχώς έχουν φτάσει το 2022 να αριθμούν 21.000 και θέλω να ελπίζω ότι δεν θα είναι οι ίδιες το 2023».

Επομένως, σημείωσε, «αυτό το οποίο ανέμενα ή συνεχίζω να αναμένω από κάποιον, ο οποίος διεκδικεί την Προεδρία της Δημοκρατίας είναι τουλάχιστον να είναι αντικειμενικός, να αναγνωρίσει τη διαφορετικότητα της περιόδου εκείνης. Την ίδια ώρα, αντί να δηλώνει ότι αντιτίθεται στα μέτρα ανακοπής των εισροών- που προφανώς αν συνεχίσουν και δεν υπάρξουν τέτοια μέτρα, οι ροές θα συνεχίσουν να είναι σε αυτούς τους αριθμούς- να αντιληφθεί ότι δεν είναι δυνατόν, παρά το γεγονός ότι έχουμε τετραπλασιάσει την αποτελεσματικότητα μας, όσον αφορά την εξέταση των αιτήσεων ασύλου, να γίνεται τάχατες αναφορά ότι απάντηση στην επίλυση του μεταναστευτικού είναι η επιτάχυνση των διαδικασιών».

Κατά τη δική μας εκτίμηση, συμπλήρωσε ο Υπουργός, «που είναι ηλίου φαεινότερό ότι στηρίζεται από στοιχεία, η απάντηση στη διαχείριση του μεταναστευτικού έγκειται σε τρεις παράγοντες». Σύμφωνα με τον Υπουργό στους δυο παράγοντες έγινε ήδη εφικτή η δραστική μείωση των εισροών και αναφέρθηκε στους εικονικούς γάμους και εικονικούς φοιτητές, αλλά και στον πολύ σημαντικό περιορισμό των θαλάσσιων ροών. Παραμένει, όπως υπογραμμισε, το πρόβλημα της Πράσινης Γραμμής.

Επισήμανε ότι οι τρόποι επίλυσης του προβλήματος της πράσινης γραμμής, είναι όπως επιλύθηκε σε όλες τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες που διατηρούν εξωτερικά σύνορα, «παρά το γεγονός ότι η πράσινη γραμμή δεν είναι το εξωτερικό μας σύνορο». Είπε πως είναι κάτι το οποίο αντιλήφθηκε και η ίδια η Ευρώπη, πως «πρέπει να εφαρμόσουμε μέτρα δραστικά, τα οποία είναι καλά γνωστά - φυσικά εμπόδια, επιτήρηση και ηλεκτρονικά μέσα – για να περιορίσουμε τον αριθμό των διελεύσεων και την ίδια ώρα να συνεχίσουμε στους ίδιους αποτελεσματικούς τρόπους επιστροφών, ούτως ώστε να μειώσουμε τις εκροές».

Πρόσθεσε δε πως την ίδια ώρα πρέπει να σταλεί «σαφέστατο μήνυμα σ’ αυτούς που εκμεταλλεύονται αυτούς τους ταλαίπωρους ανθρώπους – αναφέρομαι στους διακινητές – με αυστηρές ποινές φυλάκισης, που στην Κυπριακή Δημοκρατία η νομοθεσία προνοεί μέχρι και 12 χρόνια φυλακή».

Σημείωσε πως θα πρέπει να εξαντληθεί αυστηρότητα σε αυτούς που διακινούν ανθρώπινες ζωές, ούτως ώστε να σταλεί το μήνυμα στις χώρες από όπου εκπορεύονται.

Υπογράμμισε δε πως «η γενεσιουργός αιτία του προβλήματος για τη μετανάστευση στην Κύπρο είναι πολύ καλά γνωστή και ακούει στο όνομα Τουρκία».

Τόνισε πως «τους τελευταίους 18 μήνες η Τουρκία συστηματικά μας έχει αλλάξει τη δημογραφία του μεταναστευτικού, και εκεί που οι 10 πρώτες χώρες μεταξύ των μεταναστών ήταν κατά κύριο λόγο ασιατικές χώρες, είναι πλέον χώρες της υποσαχάριας Αφρικής».

Εξήγησε ότι από την υποσαχάρια Αφρική προφανώς ούτε κολυμπώντας μπορούν να έρθουν οι μετανάστες ούτε με τις βάρκες. «Έρχονται συστηματικά μέσω του αεροδρομίου της Κωνσταντινούπολης στην κατεχόμενη Τύμπου και διοχετεύονται από τους διακινητές μέσω της πράσινης γραμμής. Εφόσον ξέρουμε, λοιπόν, το πρόβλημα και τη γενεσιουργό αιτία, η Κυβέρνηση κινείται προς την κατεύθυνση της Τουρκίας, γιατί εκεί είναι το πρόβλημα», διευκρίνισε ο Υπουργός.

Κάλεσε στη συνέχεια τον κ. Μαυρογιάννη που ασκεί κριτική, να τοποθετηθεί «εάν θα πρέπει να δραστηριοποιηθούμε προς την κατεύθυνση της Τουρκίας για να περιορίσουμε αυτό το πρόβλημα».

«Εμείς έτσι το αντιλαμβανόμαστε, έτσι το διαχειριζόμαστε και καταφέραμε να πείσουμε και την ίδια την ΕΕ για την ορθότητα της πολιτικής μας, εξ’ού και η χρηματοδότηση που λαμβάνουμε για να μπορέσουμε να περιορίσουμε αυτές τις ροές», πρόσθεσε.

Ο Υπουργός ερωτήθηκε κατά πόσο υπάρχει κάποια πρόοδος σε συνέχεια της ενημέρωσης που έχουν τύχει ευρωπαίοι εταίροι κατά τη διάρκεια της θητείας του για το μεταναστευτικό, εάν υπήρξε πρόοδος σε συνέχεια της συνάντησης του MED5 στην Κύπρο, αλλά και της συζήτησης για το σύμφωνο ασύλου και μετανάστευσης. Ο Υπουργός απάντησε σχετικά πως θεωρεί την πρόοδο που σημειώθηκε «πάρα πολύ βραδεία». «Υπάρχει ένα σημαντικό κώλυμα που αφορά στην αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ», σημείωσε.

Η κάθε μια από τις χώρες που αναλαμβάνει την Προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ, πρόσθεσε, προσπαθεί να ξεπεράσει συγκεκριμένα προβλήματα και σκοπέλους, και έδωσε το παράδειγμα με την εφαρμογή του εθελούσιου σχεδίου μετεγκατάστασης. Εξήγησε ότι αφορά σε ένα πιλοτικό πρόγραμμα το οποίο εφαρμόζεται στην Κύπρο, και είπε ότι «ναι μεν έχει επιδειχθεί ενδιαφέρον από χώρες, κυρίως από τη Γαλλία και τη Γερμανία να βοηθήσουν σε εθελούσια βάση, παρόλα αυτά όχι σε υποχρεωτική μετεγκατάσταση». «Είναι κάτι που η Κυπριακή Δημοκρατία διεκδικεί ότι θα πρέπει να εισαχθεί στο νέο σύμφωνο», τόνισε.

«Αυτά είναι τα πιο σημαντικότερα, εάν πρέπει να ιεραρχήσω, κωλύματα που υπάρχουν για να καταλήξουμε σε μια ενιαία ευρωπαϊκή πολιτική. Εμείς όμως υποστηρίζουμε αναφανδόν ότι θα πρέπει να υπάρξει κατάληξη σε ένα ενιαίο σύμφωνο μετανάστευσης και ασύλου, γιατί δεν θέλουμε να ξαναδούμε τις συνθήκες του 2015 να βιώνονται από τις ευρωπαϊκές χώρες», συμπλήρωσε.

«Η Ευρώπη θα πρέπει να αποκτήσει μια ενιαία πολιτική στον τρόπο αντιμετώπισης. Η Κύπρος έχει αναλάβει πολύ συγκεκριμένες πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση αυτή, γιατί είμαστε μια χώρα που έχουμε τεράστιο πρόβλημα. Και έχω ήδη καταθέσει τον περασμένο Οκτώβρη ένα άτυπο έγγραφο με το οποίο εισηγούμαστε, μεταξύ άλλων, διαφοροποίηση στον μηχανισμό υποβολής των αιτήσεων ασύλου, ούτως ώστε να δίνεται η δυνατότητα εξέτασης αιτήσεων ασύλου και εκτός της χώρας άφιξης», είπε.

Πρόσθεσε ότι έχει επίσης εισηγηθεί ότι θα πρέπει να υπάρξει ενιαία προσέγγιση στο θέμα της τιμωρίας των διακινητών, ούτως ώστε να μην υπάρχουν ποινές «χάδι» σε κάποιες χώρες και άλλες ποινές σε διαφορετικές.

Σημείωσε ότι το Υπουργείο Εσωτερικών έχει προβεί σε τροποποίηση της σχετικής νομοθεσίας, που προνοεί, μεταξύ άλλων, φυλάκιση μέχρι 12 έτη. «Θέλουμε, ναι, να υπάρξει μια ομοιογένεια στον τρόπο προσέγγισης αυτών των θεμάτων και θέλω να σας πω ότι φαίνεται να υπάρχει θετική διάθεση εκ μέρους πάρα πολλών χωρών. Οι περισσότερες από τις μισές χώρες ανταποκρίθηκαν θετικά σε αυτές μας τις προτάσεις. Υπολείπεται όμως η συζήτηση που πρέπει να γίνει για να διαφοροποιηθούν συγκεκριμένα πράγματα», είπε.

Τόνισε ότι κάτι που «υποστηρίζουμε ένθερμα σαν Κύπρος είναι ότι είναι η ώρα να επενδύσει η ΕΕ στις χώρες προέλευσης και όχι να ξοδεύει τα δισεκατομμύρια μόνο στην υποδοχή». Εξήγησε ότι εάν επενδύσουμε στις αφρικανικές χώρες της υποσαχάριας περιοχής και δημιουργήσουμε θέσεις εργασίας και αξιοπρεπούς διαβίωσης των ανθρώπων των διαφόρων εκείνων χωρών, τότε είμαστε βέβαιοι ότι πάρα πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους θα επιλέξουν να μείνουν στη χώρα τους και δεν θα πάρουν τον δρόμο για να καταλήξουν στην Ευρώπη».

«Άρα είναι η ώρα που χρειάζεται μια ολιστική προσέγγιση, μια διαφορετική ενδεχόμενα οπτική αντιμετώπιση του μεταναστευτικού και εμείς ως Κύπρος, αυτές τις θέσεις τις έχουμε καταθέσει ήδη στο Συμβούλιο Εσωτερικών Υποθέσεων», συνέχισε.

Ερωτηθείς κατά πόσο η Ευρώπη έχει προχωρήσει σε απτά μέτρα αντίδρασης προς την Τουρκία και εάν μένει μόνο σε νουθεσίες σε ό,τι αφορά στην εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού, ο Υπουργός διαβεβαίωσε ότι δεν μένει σε νουθεσίες. «Γίνονται πάρα πολλές προσπάθειες τον τελευταίο χρόνο από την πλευρά της ΕΕ σε ανώτατο επίπεδο προς την τουρκική κυβέρνηση. Απλώς σας ενημερώνω -όσα μου επιτρέπεται να λεχθούν δημοσίως -ότι δεν υπάρχει ανταπόκριση εκ μέρους της τουρκικής κυβέρνησης όσον αφορά στο συγκεκριμένο θέμα.

Στη συνέχεια απεύθυνε έκκληση «προς τους Τουρκοκυπρίους συμπατριώτες μας ότι θα πρέπει να γίνει αντιληπτό από τους Τουρκοκύπριους που ενδεχόμενα ενδιαφέρονται για λύσης του κυπριακού ότι, το να επιτρέπουν στις κατεχόμενες περιοχές μας να υπάρχουν και να συναθροίζονται αυτές οι χιλιάδες των παράτυπων μεταναστών, σαφώς και δεν βοηθά το ενδεχόμενο λύσης του κυπριακού».

«Θα πρέπει λοιπόν να αποφασίσουν εάν θα θέλουν να διαχειρίζονται αυτούς τους ανθρώπους μόνο και μόνο για να αποκομίσουν σημαντικά οικονομικά οφέλη- γιατί αυτό το πράγμα γίνεται στα κατεχόμενα μέσω των ούτω καλούμενων πανεπιστημιακών ιδρυμάτων τα οποία πωλούν τάχατες φοιτητικές βίζες-, έναντι της πιθανότητας επίλυσης του κυπριακού και βεβαίως της αλλαγής της δημογραφίας του πληθυσμού», είπε.

«Είναι η ώρα της υπευθυνότητας, όχι μόνο σε μάς αλλά και στους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας για να αναλάβουν δράση για τη δικιά μας πατρίδα, για την κοινή μας πατρίδα που θέλουμε να λέμε ότι προσπαθούμε λύσουμε το εθνικό πρόβλημα», ανάφερε.

Ο Υπουργός ερωτήθηκε, σε συνέχεια των στοιχείων που παρατέθηκαν αναφορικά με το Κυπριακό Επενδυτικό Πρόγραμμα, κατά την παρουσίαση, που δείχνουν τις απορρίψεις που έχει προβεί το Υπουργείο Εσωτερικών το τελευταίο διάστημα, κατά πόσο αυτοί οι αριθμοί είναι ενδεικτικοί των απορρίψεων που έπρεπε να γίνονται προηγουμένως και κατά πόσο εγκρίθηκαν διαβατήρια αντιστρόφως ανάλογα σε σχέση με τις προϋποθέσεις που τέθηκαν.

Ο Υπουργός δήλωσε «το Mea Culpa το δικό μας» λέγοντας δε πως «όταν ξεκίνησε το πρόγραμμα το 2007 ήταν γυμνό από πλευράς ελέγχου».

«Στην εξέλιξη της πορείας οι έλεγχοι που έχουν εισαχθεί στο πρόγραμμα ήταν τέτοιοι που τουλάχιστον στα τελευταία στάδια δεν επέτρεψαν να υπάρχει καμία απολύτως αμφισβήτηση. Και εξάλλου ούτε από την επιτροπή Νικολάτου, ούτε από τους ελέγχους που έγιναν στα τελευταία στάδια της διαχείρισης των πολλών αιτήσεων, όταν εισήχθη ο θεσμός δέουσας επιμέλειας μέσω των τριών οίκων του εξωτερικού, δεν είχαμε καμία αμφιβολία για τη διαχείριση που έτυχαν αυτές οι αιτήσεις», είπε.

Επομένως, δήλωσε πως «εάν στα πρώτα στάδια του προγράμματος οι μηχανισμοί ελέγχου ήταν καλύτεροι απ΄ό,τι στην αρχή της ανυπαρξίας, και μεταγενέστερα αυτών που εγίνοντο, τότε ναι ενδεχόμενα να είχαμε αποφύγει πολλά προβλήματα. Όμως «ο γέγονε γέγονε», ανάφερε.

«Σήμερα είμαστε ενώπιον μιας κατάστασης, στην οποία δηλώνει ικανοποίηση η ΕΕ από τα μέτρα που έχουμε λάβει στο τέλος της διαδρομής του επενδυτικού προγράμματος», συνέχισε. Δήλωσε τη δική του εκτίμηση πως εάν το πρόγραμμα συνέχιζε με καθ΄οιονδηποτε τρόπο και εφαρμόζονταν οι κανονισμοί που η Βουλή των Αντιπροσώπων ψήφισε το 2020, ο έλεγχος θα ήταν επαρκέστατος. «Παρά ταύτα κρίθηκε ότι το πρόγραμμα έπρεπε να τερματιστεί για τους λόγους που όλοι ξέρουμε», κατέληξε.

(ΕΦυς)


Πίσω στην προηγούμενη σελίδα